Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Ένα από αυτά τα συναρπαστικά δίκτυα αφορά αυτό που, αρκετά αόριστα, θα ονομάζαμε «ρωσικά εδάφη», το οποίο, μέσω πολυποίκιλων διαδρομών, συναντά το δίκτυο των ελληνόφωνων μουσικών. Άλλωστε, η ελληνική διασπορά είναι διαχρονικά καλά εδραιωμένη σε διάφορους τόπους των εδαφών αυτών, με έναν από τους σημαντικότερους τόπους-κλειδιά να είναι η Οδησσός. Η οικειοποίηση των μουσικών αυτών από την πλευρά των Ελλήνων είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο, ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (απ’ ό,τι δείχνουν τα μέχρι τώρα στοιχεία, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη, με βάση τις δικές τους δυνατότητες. Μία τέτοια περίπτωση αποτελεί η «Καζάσκα».
Εκτός από την παρούσα ηχογράφηση, εντοπίζεται μία ακόμα εκτέλεση του σκοπού στην ελληνική ιστορική δισκογραφία. Πραγματοποιήθηκε το 1931-32 στην Κωνσταντινούπολη με τον Γιάγκο Ψωμαθιανό (το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Καλαϊτζόγλου) στην αρμόνικα. Φέρει τον τίτλο «Καζάσκα» (Columbia Τουρκίας WT-3208 – GG-1082 και 18695 και Columbia Ελλάδος WT-3208 – DG-717).
Ο σκοπός, όμως, είναι παλαιότερος. Τον συναντάμε ως παραδοσιακό χορό στις περιοχές της Ρωσικής Αυτοκρατορίας που σήμερα αποτελούν τις κρατικές οντότητες της Ουκρανίας και της Ρωσίας. Με βάση τα στοιχεία, φαίνεται ότι ο χορός προέρχεται από τους Κοζάκους, όπως φανερώνει και το όνομά του, από όπου τον 17ο - 18ο αιώνα εισήχθη στο ρωσικό και ουκρανικό ρεπερτόριο. Από τον 18ο αιώνα αστικοποιήθηκε και μετατράπηκε σε χορό σαλονιών, αποκτώντας αξιοσημείωτη δημοφιλία στην Ευρώπη. Όπως προκύπτει από τις πολλαπλές εκδοχές και παραλλαγές του, τόσο στη μελωδία όσον και στην ονομασία, πρόκειται για μια κατηγορία-ομάδα χορών, σε 2/4, μέτρο στο οποίο συναντάμε μια πλειάδα αντίστοιχων χορών από ρεπερτόρια άλλων εθνο-πολιτισμικών ομάδων, σε προηγούμενες ή μετεξελιγμένες μορφές τους (χόρα, χασάπικο, μπουλγκάρ, σιρτό, λόγκα, σέρβικο και χασαποσέρβικο, κασάπ, πόλκα κ.ά. Βλέπε αναλυτικά το εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο του Γιώργου Κοκκώνη, 2017b: 133-161).
Ο σκοπός εισάγεται στη δισκογραφία από τις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα. Τον συναντάμε με διάφορους τίτλους, όπως “Little-Russian hopak”, “Kazachok”, “Hopak” κ.ά. Μία από τις παλαιότερες ηχογραφήσεις που εντοπίσαμε στο ουκρανικό-ρωσικό ρεπερτόριο φέρει τον τίτλο “Малороссiйскiй Казачекъ” (Little-Russian cossack). Πραγματοποιήθηκε το 1905, στη Μόσχα, από την Harmony Orchestra του Vasily Varshavsky (Gramophone 2998l – 20617 και 3-29116, και Zonophone X-60622). Το Little-Russian, Μικρή Ρωσία δηλαδή, που διαβάζουμε στην ετικέτα του δίσκου αναφέρεται στον γεωγραφικό και ιστορικό όρο που ανάγεται στις αρχές του 14ου αιώνα και χρησιμοποιούνταν για την περιγραφή της Ουκρανίας (για περισσότερα βλ. εδώ).
Από τις δεκάδες ηχογραφήσεις σημειώνουμε, επίσης, ενδεικτικά τις ηχογραφήσεις “Гопакъ” (Hopak), διασκευή του Boris A. Tryanosky με τον ίδιο στη μπαλαλάικα συνοδευόμενο από άγνωστο πιανίστα (Αγία Πετρούπολη, 1906, Zonophone 4830L – X-68533), την ομότιτλη ηχογράφηση “Гопакъ” (Hopak), με τους ακορντεονίστες Ivan Soloviev και Grigory Bruev (Μόσχα, γύρω στα 1910, Syrena Records 9294 – 9294), αυτή της “Gramophone" Ball Orchestra σε διεύθυνση του Hugo I. Warlich [“Украинскій Казачекъ” (Ukrainian kazatsok), Αγία Πετρούπολη, 20 Νoεμβρίου 1913, Gramophone 18316b – 2-20751], της State Ukrainian SSR Bandura-Players Capella υπό τη διεύθυνση του Nikolay Mikhailov [“Гопак” (Hopak), Κίεβο, 1935, Noginsk Plant 618 – 618], της Ορχήστρας του Ουκρανού Dimitri Kornienko [“Hopak” (Cossak's Dance), Νέα Υόρκη, γύρω στα 1942, Kismet S-116 – 106-A].
Ο σκοπός εντοπίζεται και στο πολωνικό ρεπερτόριο. Πριν το 1910, η Ορχήστρα του Henryk Opienski ηχογραφεί στη Βαρσοβία το “Малороссійскій казачекъ” (Little-Russian Kazachok) για την Favorite (4191-o- – 1-72009).
Ο μουσικός σκοπός πέρασε και στο εβραϊκό klezmer ρεπερτόριο. Καταγράφουμε ενδεικτικά την ηχογράφηση με τίτλο “האָפּאַק” (Hopac) που πραγματοποιήθηκε από την Kandel's Orchestra για την εταιρεία Victor στις 25 Ιουνίου 1918 στο Κάμντεν του Νιου Τζέρσεϊ (Victor B21106 – 73459-B), την ηχογράφηση “Русский казак" (Russian Cossack), με τη Russky Narodny Orkestr, ψευδώνυμο της ορχήστρας του Abe Schwartz, τον Απρίλιο του 1919 στη Νέα Υόρκη (Columbia 85046-1 – E4384), την ηχογράφηση “Rusishe Kozatsky”, από Israel J. Hochman's Orchestra τον Απρίλιο του 1921 (Emerson 41770 – 13173). Αξίζει, επίσης, να αναφέρουμε την ηχογράφηση “Kozachok” (RCA Victor P-1138-B – P-1138-B) που πραγματοποίησε τη δεκαετία του 1950 στην Αργεντινή ο κλαρινίστας, σαξοφωνίστας, μαέστρος και συνθέτης Sam Liberman (Safed, Παλαιστίνη, Οθωμανική Αυτοκρατορία [σημερινό Ισραήλ], 1894 – Μπουένος Άιρες, 1975) με την ορχήστρα του.
Αξιοσημείωτες είναι οι χρήσεις και οι διασκευές του σκοπού στο λόγιο ρωσικό και ουκρανικό ρεπερτόριο. Ενδεικτικά:
Το 1864 ο Ρώσος συνθέτης Alexander Sergeyevich Dargomyzhsky (Александр Сергеевич Даргомыжский) ολοκληρώνει την Φαντασία για ορχήστρα "Kazachok", η οποία διασκευάστηκε από τον Ρώσο συνθέτη Pyotr Ilich Tchaikovsky για σόλο πιάνο το 1866 (βλ. εδώ) με τον τίτλο "Little-Russian Kazachok" (Малороссийский казачок).
Μεταξύ 1874-1880 ο Ρώσος συνθέτης Modest Petrovich Mussorgsky (Модест Петрович Мусоргский) συνθέτει την τρίπρακτη κωμική όπερα "The Fair at Sorochyntsi" (Сорочинская ярмарка), την οποία δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει μέχρι τον θάνατό του το 1881. Το λιμπρέτο, το οποίο βασίζεται στην ομότιτλη ιστορία του Ουκρανού συγγραφέα Nikolai Gogol από τη συλλογή "Evenings on a Farm Near Dikanka", έγραψε ο συνθέτης. Στο έργο περιλαμβάνει διασκευή του εν λόγω μουσικού σκοπού η οποία ηχογραφήθηκε, μεταξύ άλλων, από τον Sergei Rachmaninoff στις 18 Μαρτίου 1921 (βλ. εδώ) στη Νέα Υόρκη ("Гопак", Gramplasttrest 9735 – 9735) και από την Bolshoi Theatre Orchestra στη Μόσχα το 1932 ("Гопак", Gramplasttrest 1591 – 11529) υπό τη διεύθυνση του Vasily Nebolsin.
Το 1924 παρουσιάστηκε στο Χάρκοβο για πρώτη φορά ολόκληρη η τετράπρακτη όπερα "Taras Bulba" σε μουσική του Ουκρανού συνθέτη Mykola Lysenko και λιμπρέτο του Mykhailo Petrovych Starytsky, το οποίο βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του Nikolai Gogol. Ο συνθέτης, ο οποίος εργαζόταν πάνω στην όπερα από το 1880 έως το 1891, συμπεριέλαβε τον μουσικό σκοπό στην τέταρτη πράξη. Μία από τις παλαιότερες ηχογραφήσεις είναι αυτή που πραγματοποίησε στο Κίεβο το 1937 η Ορχήστρα του Θεάτρου Όπερας και Μπαλέτου του Κιέβου σε διεύθυνση του Vladimir Dranishnikov με τίτλο "Казачек" (Kazachok, Gramplasttrest 5272 – 5272). Πρόκειται για μία αναθεωρημένη εκδοχή του έργου, τόσο όσον αφορά το λιμπρέτο, από τον Maksym Tadeyovych Rylsky, όσο και την ενορχήστρωση, από τους Borys Mykolaiovych Lyatoshynsky και Levko Mykolaiovych Revutsky.
Το 1891 ο ελληνικής καταγωγής Ουκρανός συνθέτης Mykola Mykolayovych Arkas ολοκληρώνει την όπερα του "Kateryna", το λιμπρέτο της οποίας βασίζεται στο ομότιτλο ποίημα του Ουκρανού Taras Hryhorovych Shevchenko. Η όπερα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 12 Φεβρουαρίου 1899 στο Aquarium Theater της Μόσχας από τον θίασο του Marko Lukych Kropyvnytskyi (βλ. εδώ). Στην ηχογράφηση με τίτλο "Гопак" (Gramplasttrest 643 - 643) που πραγματοποίησε το 1935 στο Κίεβο η Ορχήστρα του Κρατικού Ακαδημαϊκού Θεάτρου Όπερας και Μπαλέτου του Κιέβου υπό τη διεύθυνση του Vladimir Yorish καταγράφεται ο τρόπος με τον οποίο ο συνθέτης διαχειρίστηκε τον μουσικό σκοπό που εξετάζουμε.
Επιπλέον, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το «πέρασμα» του σκοπού και στο ρεπερτόριο των προσφύγων του Πόντου, ορισμένοι εκ των οποίων κατέληξαν στις αρχές του 20ού αιώνα στα Σοβιετικά εδάφη. Αναφέρουμε ενδεικτικά την εκτέλεση του Γιώργου Κεσίδη («Καζάσκα», LP «Τα Ποντιακά του Γιώργου Κεσίδη», Αθήνα, 1977, Vasipap LVAS 222), του Ιωάννη Απόστολίδη («Καζάσκα», LP «Τα Ποντιακά», Αθήνα, 1982, Vasipap LVAS 323).
Στις αρχές του 20ού αιώνα η Ευρώπη βρίσκεται σε ειρήνη και ευημερία. Η «Ωραία Εποχή» είναι απόρροια προηγούμενων σημαντικών ιστορικών γεγονότων και εξελίξεων. Τα δίκτυα που δημιουργούνται και εξελίσσονται διακινούν ανθρώπους και τα προϊόντα τους, υλικά και άυλα. Μέσα σε αυτόν τον πολυεπίπεδο κόσμο εφευρίσκεται η ηχογράφηση και η αναπαραγωγή του ήχου. Οι πρώτες δισκογραφικές εταιρείες στέλνουν κινητά συνεργεία κυριολεκτικά σε όλη την οικουμένη, για να ηχογραφήσουν τοπικούς μουσικούς. Το εύρος του ρεπερτορίου είναι ατελείωτο. Η κοσμοπολίτικη συνθήκη μεγάλων αστικών κέντρων ευνοεί τους πολυστυλισμούς και τις πολυμορφικότητες. Αποικιοκρατία, επαναστάσεις, συρράξεις, προσφυγικά ρεύματα∙ το θέατρο, ο κινηματογράφος, το ραδιόφωνο, η φωτογράφιση, οι περιοδείες από ορχήστρες, αλλά και οι κυκλοφορίες στους πάσης φύσεως εμπορικούς διαύλους, μέσα σε έναν κόσμο που εξελίσσεται δυναμικά και ανισότροπα, διαμορφώνουν ένα σύνθετο πλέγμα από «κέντρα» και «περιφέρειες» σε εναλλασσόμενους ρόλους, που θέτουν τα μουσικά ιδιώματα σε κίνηση, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Τα δίκτυα μέσα στα οποία συμμετέχουν οι ελληνόφωνες μουσικές, συνομιλώντας διαρκώς με τους συνένοικούς τους, είναι μεγαλειώδη. Η δισκογραφία έχει ήδη προσφέρει σημαντικά εργαλεία στην κατανόηση των σχέσεων που αναπτύχθηκαν μεταξύ των «εθνικών» ρεπερτορίων. Αποτέλεσμα της εν εξελίξει έρευνας είναι ο «Kοσμοπολιτισμός στην Ελληνική Ιστορική Δισκογραφία».
Ένα από αυτά τα συναρπαστικά δίκτυα αφορά αυτό που, αρκετά αόριστα, θα ονομάζαμε «ρωσικά εδάφη», το οποίο, μέσω πολυποίκιλων διαδρομών, συναντά το δίκτυο των ελληνόφωνων μουσικών. Άλλωστε, η ελληνική διασπορά είναι διαχρονικά καλά εδραιωμένη σε διάφορους τόπους των εδαφών αυτών, με έναν από τους σημαντικότερους τόπους-κλειδιά να είναι η Οδησσός. Η οικειοποίηση των μουσικών αυτών από την πλευρά των Ελλήνων είναι διττή: αφορά αφενός τον στίχο, ο οποίος πλέον είναι ελληνικός (απ’ ό,τι δείχνουν τα μέχρι τώρα στοιχεία, δεν έχει καμία σχέση με τον πρωτότυπο), αλλά, αφετέρου, και τις πρακτικές εκτέλεσης: διαφορετικό οργανολόγιο, διαφορετικό τραγουδιστικό ύφος, συχνά διαφοροποιήσεις στις μελωδικές και ρυθμικές φόρμες, και στις αρμονίες. Οι Έλληνες μουσικοί προσαρμόζουν αυτό που ακούν στη δική τους συνθήκη, με βάση τις δικές τους δυνατότητες. Μία τέτοια περίπτωση αποτελεί η «Καζάσκα».
Εκτός από την παρούσα ηχογράφηση, εντοπίζεται μία ακόμα εκτέλεση του σκοπού στην ελληνική ιστορική δισκογραφία. Πραγματοποιήθηκε το 1931-32 στην Κωνσταντινούπολη με τον Γιάγκο Ψωμαθιανό (το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Καλαϊτζόγλου) στην αρμόνικα. Φέρει τον τίτλο «Καζάσκα» (Columbia Τουρκίας WT-3208 – GG-1082 και 18695 και Columbia Ελλάδος WT-3208 – DG-717).
Ο σκοπός, όμως, είναι παλαιότερος. Τον συναντάμε ως παραδοσιακό χορό στις περιοχές της Ρωσικής Αυτοκρατορίας που σήμερα αποτελούν τις κρατικές οντότητες της Ουκρανίας και της Ρωσίας. Με βάση τα στοιχεία, φαίνεται ότι ο χορός προέρχεται από τους Κοζάκους, όπως φανερώνει και το όνομά του, από όπου τον 17ο - 18ο αιώνα εισήχθη στο ρωσικό και ουκρανικό ρεπερτόριο. Από τον 18ο αιώνα αστικοποιήθηκε και μετατράπηκε σε χορό σαλονιών, αποκτώντας αξιοσημείωτη δημοφιλία στην Ευρώπη. Όπως προκύπτει από τις πολλαπλές εκδοχές και παραλλαγές του, τόσο στη μελωδία όσον και στην ονομασία, πρόκειται για μια κατηγορία-ομάδα χορών, σε 2/4, μέτρο στο οποίο συναντάμε μια πλειάδα αντίστοιχων χορών από ρεπερτόρια άλλων εθνο-πολιτισμικών ομάδων, σε προηγούμενες ή μετεξελιγμένες μορφές τους (χόρα, χασάπικο, μπουλγκάρ, σιρτό, λόγκα, σέρβικο και χασαποσέρβικο, κασάπ, πόλκα κ.ά. Βλέπε αναλυτικά το εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο του Γιώργου Κοκκώνη, 2017b: 133-161).
Ο σκοπός εισάγεται στη δισκογραφία από τις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα. Τον συναντάμε με διάφορους τίτλους, όπως “Little-Russian hopak”, “Kazachok”, “Hopak” κ.ά. Μία από τις παλαιότερες ηχογραφήσεις που εντοπίσαμε στο ουκρανικό-ρωσικό ρεπερτόριο φέρει τον τίτλο “Малороссiйскiй Казачекъ” (Little-Russian cossack). Πραγματοποιήθηκε το 1905, στη Μόσχα, από την Harmony Orchestra του Vasily Varshavsky (Gramophone 2998l – 20617 και 3-29116, και Zonophone X-60622). Το Little-Russian, Μικρή Ρωσία δηλαδή, που διαβάζουμε στην ετικέτα του δίσκου αναφέρεται στον γεωγραφικό και ιστορικό όρο που ανάγεται στις αρχές του 14ου αιώνα και χρησιμοποιούνταν για την περιγραφή της Ουκρανίας (για περισσότερα βλ. εδώ).
Από τις δεκάδες ηχογραφήσεις σημειώνουμε, επίσης, ενδεικτικά τις ηχογραφήσεις “Гопакъ” (Hopak), διασκευή του Boris A. Tryanosky με τον ίδιο στη μπαλαλάικα συνοδευόμενο από άγνωστο πιανίστα (Αγία Πετρούπολη, 1906, Zonophone 4830L – X-68533), την ομότιτλη ηχογράφηση “Гопакъ” (Hopak), με τους ακορντεονίστες Ivan Soloviev και Grigory Bruev (Μόσχα, γύρω στα 1910, Syrena Records 9294 – 9294), αυτή της “Gramophone" Ball Orchestra σε διεύθυνση του Hugo I. Warlich [“Украинскій Казачекъ” (Ukrainian kazatsok), Αγία Πετρούπολη, 20 Νoεμβρίου 1913, Gramophone 18316b – 2-20751], της State Ukrainian SSR Bandura-Players Capella υπό τη διεύθυνση του Nikolay Mikhailov [“Гопак” (Hopak), Κίεβο, 1935, Noginsk Plant 618 – 618], της Ορχήστρας του Ουκρανού Dimitri Kornienko [“Hopak” (Cossak's Dance), Νέα Υόρκη, γύρω στα 1942, Kismet S-116 – 106-A].
Ο σκοπός εντοπίζεται και στο πολωνικό ρεπερτόριο. Πριν το 1910, η Ορχήστρα του Henryk Opienski ηχογραφεί στη Βαρσοβία το “Малороссійскій казачекъ” (Little-Russian Kazachok) για την Favorite (4191-o- – 1-72009).
Ο μουσικός σκοπός πέρασε και στο εβραϊκό klezmer ρεπερτόριο. Καταγράφουμε ενδεικτικά την ηχογράφηση με τίτλο “האָפּאַק” (Hopac) που πραγματοποιήθηκε από την Kandel's Orchestra για την εταιρεία Victor στις 25 Ιουνίου 1918 στο Κάμντεν του Νιου Τζέρσεϊ (Victor B21106 – 73459-B), την ηχογράφηση “Русский казак" (Russian Cossack), με τη Russky Narodny Orkestr, ψευδώνυμο της ορχήστρας του Abe Schwartz, τον Απρίλιο του 1919 στη Νέα Υόρκη (Columbia 85046-1 – E4384), την ηχογράφηση “Rusishe Kozatsky”, από Israel J. Hochman's Orchestra τον Απρίλιο του 1921 (Emerson 41770 – 13173). Αξίζει, επίσης, να αναφέρουμε την ηχογράφηση “Kozachok” (RCA Victor P-1138-B – P-1138-B) που πραγματοποίησε τη δεκαετία του 1950 στην Αργεντινή ο κλαρινίστας, σαξοφωνίστας, μαέστρος και συνθέτης Sam Liberman (Safed, Παλαιστίνη, Οθωμανική Αυτοκρατορία [σημερινό Ισραήλ], 1894 – Μπουένος Άιρες, 1975) με την ορχήστρα του.
Αξιοσημείωτες είναι οι χρήσεις και οι διασκευές του σκοπού στο λόγιο ρωσικό και ουκρανικό ρεπερτόριο. Ενδεικτικά:
Το 1864 ο Ρώσος συνθέτης Alexander Sergeyevich Dargomyzhsky (Александр Сергеевич Даргомыжский) ολοκληρώνει την Φαντασία για ορχήστρα "Kazachok", η οποία διασκευάστηκε από τον Ρώσο συνθέτη Pyotr Ilich Tchaikovsky για σόλο πιάνο το 1866 (βλ. εδώ) με τον τίτλο "Little-Russian Kazachok" (Малороссийский казачок).
Μεταξύ 1874-1880 ο Ρώσος συνθέτης Modest Petrovich Mussorgsky (Модест Петрович Мусоргский) συνθέτει την τρίπρακτη κωμική όπερα "The Fair at Sorochyntsi" (Сорочинская ярмарка), την οποία δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει μέχρι τον θάνατό του το 1881. Το λιμπρέτο, το οποίο βασίζεται στην ομότιτλη ιστορία του Ουκρανού συγγραφέα Nikolai Gogol από τη συλλογή "Evenings on a Farm Near Dikanka", έγραψε ο συνθέτης. Στο έργο περιλαμβάνει διασκευή του εν λόγω μουσικού σκοπού η οποία ηχογραφήθηκε, μεταξύ άλλων, από τον Sergei Rachmaninoff στις 18 Μαρτίου 1921 (βλ. εδώ) στη Νέα Υόρκη ("Гопак", Gramplasttrest 9735 – 9735) και από την Bolshoi Theatre Orchestra στη Μόσχα το 1932 ("Гопак", Gramplasttrest 1591 – 11529) υπό τη διεύθυνση του Vasily Nebolsin.
Το 1924 παρουσιάστηκε στο Χάρκοβο για πρώτη φορά ολόκληρη η τετράπρακτη όπερα "Taras Bulba" σε μουσική του Ουκρανού συνθέτη Mykola Lysenko και λιμπρέτο του Mykhailo Petrovych Starytsky, το οποίο βασίζεται στην ομώνυμη νουβέλα του Nikolai Gogol. Ο συνθέτης, ο οποίος εργαζόταν πάνω στην όπερα από το 1880 έως το 1891, συμπεριέλαβε τον μουσικό σκοπό στην τέταρτη πράξη. Μία από τις παλαιότερες ηχογραφήσεις είναι αυτή που πραγματοποίησε στο Κίεβο το 1937 η Ορχήστρα του Θεάτρου Όπερας και Μπαλέτου του Κιέβου σε διεύθυνση του Vladimir Dranishnikov με τίτλο "Казачек" (Kazachok, Gramplasttrest 5272 – 5272). Πρόκειται για μία αναθεωρημένη εκδοχή του έργου, τόσο όσον αφορά το λιμπρέτο, από τον Maksym Tadeyovych Rylsky, όσο και την ενορχήστρωση, από τους Borys Mykolaiovych Lyatoshynsky και Levko Mykolaiovych Revutsky.
Το 1891 ο ελληνικής καταγωγής Ουκρανός συνθέτης Mykola Mykolayovych Arkas ολοκληρώνει την όπερα του "Kateryna", το λιμπρέτο της οποίας βασίζεται στο ομότιτλο ποίημα του Ουκρανού Taras Hryhorovych Shevchenko. Η όπερα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 12 Φεβρουαρίου 1899 στο Aquarium Theater της Μόσχας από τον θίασο του Marko Lukych Kropyvnytskyi (βλ. εδώ). Στην ηχογράφηση με τίτλο "Гопак" (Gramplasttrest 643 - 643) που πραγματοποίησε το 1935 στο Κίεβο η Ορχήστρα του Κρατικού Ακαδημαϊκού Θεάτρου Όπερας και Μπαλέτου του Κιέβου υπό τη διεύθυνση του Vladimir Yorish καταγράφεται ο τρόπος με τον οποίο ο συνθέτης διαχειρίστηκε τον μουσικό σκοπό που εξετάζουμε.
Επιπλέον, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το «πέρασμα» του σκοπού και στο ρεπερτόριο των προσφύγων του Πόντου, ορισμένοι εκ των οποίων κατέληξαν στις αρχές του 20ού αιώνα στα Σοβιετικά εδάφη. Αναφέρουμε ενδεικτικά την εκτέλεση του Γιώργου Κεσίδη («Καζάσκα», LP «Τα Ποντιακά του Γιώργου Κεσίδη», Αθήνα, 1977, Vasipap LVAS 222), του Ιωάννη Απόστολίδη («Καζάσκα», LP «Τα Ποντιακά», Αθήνα, 1982, Vasipap LVAS 323).
© 2019 ΑΡΧΕΙΟ ΚΟΥΝΑΔΗ